Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2023

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ ΠΡΟΤΟΜΗΣ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ

 

Το απόγευμα της Κυριακής, 10 Δεκεμβρίου 2023, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Γεώργιος αφίχθει στην Πάτρα, κατόπιν προσκλήσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτoυ Πατρών κ. Χρυσοστόμου, συνοδευόμενος από τον Διάκονό του π. Μιχαήλ Νικολάου,  για να παραστεί στα αποκαλυπτήρια της προτομής του Εθνομάρτυρα της Κύπρου, Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού που απαγχονίστηκε στις 9 Ιουλίου του 1821 από τους Τούρκους.

Στις 4.30 μ.μ. έγινε λαμπρή υποδοχή του Προκαθημένου της Κυπριακής Εκκλησίας στον μεγαλοπρεπή ιερό Ναό του πολιούχου της Πάτρας Αποστόλου Ανδρέα και ακολούθως τελέστηκε πανηγυρική Δοξολογία, προΐσταμένου του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, παρουσία πολιτικών και στρατιωτικών αρχών της πόλης. 

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος προσφώνησε τον Μακαριώτατο καλωσορίζοντάς τον στην αποστολική Εκκλησία των Πατρών και την πόλη του Πρωτοκλήτου μαθητή, τον οποίο η μαρτυρική νήσος της Κύπρου ευλαβείται ιδιαίτερα. Στη συνέχεια τη σεμνή τελετή χαιρέτισαν ο πρέσβης της Κύπρου στην Ελλάδα κ. Σταύρος Αυγουστίδης, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας κυπριακών οργανώσεων Ελλάδος κ. Γιώργος Συλλούρης και ο πρόεδρος της Ένωσης Κυπρίων Αχαΐας κ. Ευάγγελος Πολυβίου, ο οποίος τόνισε τις ιστορικές σχέσεις της Αχαΐας με την Κύπρο, που χάνονται στα βάθη των αιώνων, αλλά και στη νεότερη εποχή, αφού η Πάτρα είναι μία από τις πιο σημαντικές «εστίες» Κυπρίων στην Ελλάδα, με την Κυπριακή φοιτητική παροικία να είναι εξαιρετικά πολυμελής και δραστήρια. Αυτές τις σχέσεις είχαν την ευκαιρία να επιβεβαιώσουν όλοι όσοι παρευρέθηκαν απόψε στην σεμνή αυτή τελετή. 

Στη συνέχεια η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου αντιφώνησε, ευχαριστώντας τον οικείο ποιμενάρχη και όλο τον κλήρο και λαό των Πατρέων  για τη λαμπρή υποδοχή και τις εκδηλώσεις της αγάπης τους. Εξέφρασε, ακόμη, την ιδιαίτερη του συγκίνηση για τον λόγο της επισκέψεώς του στην πόλη των Πατρών και ομίλησε για το ιερό πρόσωπο, τους αγώνες και την ηρωϊκή θυσία του Εθνομάρτυρα. Περαίνοντας τον λόγο του αναφέρθηκε στην ιδιαίτερη σχέση του Πρωτοκλήτου με την Κύπρο, τονίζοντας οτι για μας τους Κύπριους ο Απ. Ανδρέας, λόγω και του σκλαβωμένου Μοναστηριού του στο ακρότατο ανατολικό σημείο της Κύπρου, έγινε σύμβολο αντίστασης κατά της κατοχής και αγώνα για απελευθέρωση. 

Ακολούθησε τρισάγιο για τον εθνομάρτυρα Κυπριανό από τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν στον περίβολο του Ιερού Ναού τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού. Το έργο φιλοτέχνησε ο εκ Κοζάνης κ. Δημήτριος Παπαθυμιόπουλος. Αξίζει να σημειωθεί το πόσο σημαντική είναι η πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Πατρών κ. Χρυσοστόμου και της ένωσης Κυπρίων Αχαΐας για την κατασκευή της προτομής,  όπως και του Προκαθημένου της Κύπρου που χρηματοδότησε το έργο, ώστε ακόμα ένα ισχυρό «νήμα» να συνδέει πλέον την Πάτρα με την μεγαλόνησο Κύπρο.

Την άλλη ημέρα, Δευτέρα 11.12.2023, o Mακαριώτατος ξεναγήθηκε στήν Achaiα Clauss, προσκύνησε στήν Ἱερά Μονή Παναγίας Γηροκομητίσσης Πατρῶν καί ἐπεσκέφθη τούς Ἱερούς Ναούς τῆς Παναγίας Παντανάσσης καί τόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Εὐαγγελιστρίας Πατρῶν ὡς καί τά Γραφεῖα τῆς Ἑνώσεως Κυπρίων Νομοῦ Ἀχαΐας.

ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΑΤΡΩΝ κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΠΙι ΤΗι ΥΠΟΔΟΧΗι ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ κ.κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ.

10.12.2023

Mακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Νέας Ἰουστινιανῆς καί πάσης Κύπρου κ. κ. Γεώργιε,

Ἐξοχώτατε κ. Πρέσβυ τῆς Κύπρου στήν Ἑλλάδα,

κ. Πρόεδρε τῆς Ὀμοσπονδίας τῶν Κυπριακῶν Ὀργανώσεων τῆς Ἑλλάδος,

κ. Πρόεδρε τῆς Ἑνώσεως Κυπρίων Νομοῦ Ἀχαΐας,

Ἐντιμότατοι Ἂρχοντες ἁπαξάπαντες, ἡμέρα χαρᾶς καί μνήμης γιά τήν Πάτρα, τήν Ἑλλάδα, τήν Κύπρο, ἀφοῦ μᾶς συνεκέντρωσεν ἐνταῦθα τό χρέος μας ἒναντι τοῦ Ἐθνομάρτυρος Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανοῦ, τοῦ ὁποίου τήν προτομή ἐντός ὀλίγου θά ἀποκαλύψωμε.

Μακαριώτατε,

Μέ αἰσθήματα ἰδιαιτέρας χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως Σᾶς ὑποδεχόμεθα εἰς τήν Ἀποστολικήν καί περιάκουστον πόλιν τῶν Πατρῶν, εἰς τήν πόλιν τοῦ Πρωτοκλήτου τῶν Ἀποστόλων, τοῦ ὁποίου τήν πανέορτον καί πανσεβάσμιον μνήμην, μόλις πρό ὀλίγων ἡμερῶν ἑορτάσαμε.

Γνωρίζομε Μακαριώτατε, τήν μεγάλην εὐλάβειαν τοῦ φιλοθέου καί φιλαγίου, τοῦ μαρτυρικοῦ Λαοῦ τῆς μαρτυρικῆς καί αἱματοβαμμένης, Μεγαλονήσου, τῆς Ἑλληνικοτάτης Κύπρου πρός τόν Ἃγιον, ἒνδοξον, Ἀπόστολον Ἀνδρέαν.

Ὁ νοῦς ὃλων μας τόσον κατά τήν ἑορτήν τοῦ Θειοτάτου Ἀποστόλου, ὃσον καί σήμερον πού Σᾶς ἒχομεν, ὁποία εὐλογία, ἐν μέσῳ ἡμῶν, θά ἒλεγον δέ καί ἀδιαλείπτως, εὑρίσκεται ἐκεῖ εἰς τήν ἱεράν ἀκρόριαν τῆς Μεγαλονήσου, ὃπου φυλακισμένο, κρίμασιν, οἷς οἶδεν Κύριος ὁ Θεός, παραμένει τό πανσεβάσμιο Μοναστήρι τοῦ Πρωτοκλήτου, ὃπως καί ὃλα τά κατεχόμενα ἐδάφη τῆς ἠγαπημένης μας Κύπρου-, ὁποῖον ἀληθῶς ὂνειδος διά τήν ἀνθρωπότητα, μέ τήν ἀνοχήν τῶν μεγάλων δυνάμεων.

Ἀπό μυχίων καρδίας, σεβάσμιε τῆς Νέας Ἰουστινιανῆς καί πάσης Κύπρου Ἀρχιθύτα, ὑψώνομεν φωνήν ἱκεσίας πρός τόν πανοικτίρμονα Δεσπότην, ἳνα διά πρεσβειῶν τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου, ἀποδώσῃ τήν γῆν τῶν Πατέρων Σας καί Πατέρων μας, εἰς τούς ἐκγόνους αὐτῶν, πρός χαρμονήν οὐχί μόνον τῶν Κυπρίων ἀδελφῶν μας, ἀλλά καί πάντων τῶν Ἑλλήνων, θά ἐλέγομεν δέ καί παντός ἀνθρώπου εὐγενοῦς καί πολιτισμένου.

Εἰς τό πρόσωπόν Σας Μακαριώτατε, εἰς τούς φωτεινούς ὀφθαλμούς Σας, βλέπομε τούς ἀγῶνας, τά ἡρωϊκά κατορθώματα καί κλέα, ἡρώων καί μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι προσεφέρθησαν ὡς ἐθελόθυτα θύματα, ὡς ἀμνοί ἂμωμοι, ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος, ἀπό τῶν παλαιοτάτων χρόνων, ἓως τῶν ἐσχάτων ἡμερῶν καί οἱ ὁποῖοι ἀνέβησαν ἐνδόξως εἰς τούς οὐρανούς διά τήν ἐλευθερίαν τῆς φιλτάτης Κύπρου μας.

Ἡ παρουσία Σας, μᾶς μετέφερε ἢδη «στά φυλακισμένα μνήματα», ὃπου οἱ σταυραετοί τῆς Κύπρου ἀναπαύονται καί περιμένουν τήν Ἀνάσταση καί τήν λευτεριά τῶν σκλαβωμένων ἐδαφῶν τῆς Μεγαλονήσου μας. Ἢδη προσκυνοῦμε τούς τάφους καί τά μνήματα, τοῦ Γρηγόρη τοῦ Αὐξεντίου, τοῦ Καραολῆ, τοῦ Παλληκαρίδη καί τῶν ἂλλων γενναίων τῆς Κύπρου ἀγωνιστῶν καί ἀκούομε τήν ξάστερη καί ἡρωϊκή φωνή τοῦ λαμπροῦ παλληκαριοῦ, τοῦ Βαγορῇ τῆς Κύπρου, τῆς Ἑλλάδος, τοῦ κόσμου ὁλοκλήρου.

«Θά πάρω μιάν ἀνηφοριά,

θά πάρω μονοπάτια,

νά βρῶ τά σκαλοπάτια πού πᾶν στήν λευτεριά.

 Θ’ ἀφήσω ἀδέλφια συγγενεῖς,

τήν μάνα, τόν πατέρα,

μέσ’ τά λαγκάδια πέρα καί στίς βουνοπλαγιές.

Τώρα κι’ ἂν εἶναι, χειμωνιά, θά ‘ ρθει τό καλοκαίρι,

Τή λευτεριά νά φέρῃ σέ πόλεις καί χωριά».

Εἰς τό πρόσωπόν Σας Μακαριώτατε, βλέπομε μέ δέος καί συγκίνησιν βαθυτάτην, τόν συνεχιστήν τῶν ἀγώνων διά τήν ὀρθόδοξον πίστιν καί τήν ἐλευθερίαν τῆς Κύπρου, τῶν ἀοιδίμων καί μακαρίων Προκατόχων Σας, Χρυσοστόμων καί Μακαρίων, ἓως καί τοῦ Ἐθνοϊερομάρτυρος Κυπριανοῦ, τοῦ ἱεροῦ Σφαγίου διά τήν ἐλευθερίαν τῆς Πατρίδος, ὁ ὁποῖος μαρτυρικῶς δι’ ἀγχόνης ἐτελειώθη κατά τό ἒνδοξον 1821, ὑπό τῶν ἀνόμων καί βαρβάρων Τούρκων κατακτητῶν.

Οὐδεποσῶς ἀμφιβάλλομε Μακαριώτατε, ὃτι γράφετε ἱστορίαν χρυσέοις γράμμασι, εἰς τήν πηδαλιουχίαν τῆς κατά Κύπρον ἱερᾶς ὀλκάδος καί τό εὐχόμεθα ὁλοψύχως.

Ἡ θυσία τοῦ ἐνδόξου καί εὐκλεοῦς Κυπριανοῦ, ὃπως καί τῶν ἂλλων πολλῶν Κυπρίων καί λοιπῶν Ἑλλήνων Κληρικῶν εἰς τήν Μητροπολιτικήν Ἑλλάδα, κατ’ ἐκείνους τούς μαρτυρικούς καιρούς καί χρόνους, πού ὃσο καί ἂν ἠθέλησάν τινες νά τήν ἀπομειώσουν, τόσον ἐντονωτέρα καί φωτεινοτέρα καθίσταται καί ἐμπνέει τάς γενεάς τῶν ἐκγόνων των, εἰς τάς φλέβας τῶν ὁποίων, ρέει καθάριο, τῆς φυλῆς μας τό αἷμα.

Αὐτός, ὁ Κυπριανός, ὁ μάρτυρας, ὁ Ἱεράρχης τῆς ὀδύνης καί τοῦ χρέους, Σᾶς ἀπέστειλε σήμερον, εἰς τήν τῶν Πατρέων κλεινήν πόλιν, ὣστε μαζί μέ τῆς Κύπρου τά βλαστάρια, ἂνδρες καί γυναῖκες, μικρούς καί μεγάλους, πού ρίζωσαν ἐδῶ καί κοσμοῦν τήν πόλιν μας, νά μᾶς μεταφέρετε τό πνεῦμα τῆς θυσίας του, τήν ἀνδρεία καί τό μεγαλεῖο τοῦ πατριωτισμοῦ του, τό ἀνυπoχώρητον καί ἀντιστασιακόν του φρόνημα, διά τήν Ἑλληνορθόδοξoν πατρίδα μας, τήν Κύπρο, τήν Ἑλλάδα, διά τόν κόσμον ὁλόκληρον, ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται διά τήν θεόσδοτον ἐλευθερίαν.

Τό μήνυμά του αὐτό, θά παραμένῃ πλέον νωπόν διά τούς προσκυνητάς τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, ἀλλά καί διά κάθε ἂλλον ἂνθρωπον ἐπισκέπτην τῆς πόλεως τῶν Πατρῶν, ἀπ’ ὃλον τόν κόσμον ἀφοῦ ἡ μαρμαρίνη προτομή του, ἢ τί λέγω, ἡ ὁλοζώντανη φωτεινή μορφή του καί παρουσία του, θά κοσμῇ τόν αὒλειον χῶρον τοῦ Ναοῦ τοῦ Πολιούχου τῶν Πατρῶν καί πάτρωνος τῆς Κύπρου, οὐρανομύστου καί πυρφόρου Ἀποστόλου Ἀνδρέου.

Ἐκεῖ εἶναι χαραγμένα, τά γράμματα πού μαρτυροῦν τῆς θυσίας του τό μεγαλεῖον. «Ο ΚΥΠΡΟΥ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΘΕΙΣ ΥΠΟ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ 9 ΙΟΥΛΙΟΥ 1821»

Ἐκεῖ εἶναι χαραγμένο, τό συγκλονιστικόν, ἰδικό Σας Μακαριώτατε, ἐπίγραμμα, τό ὁποῖον ὃταν οἱ ὀφθαλμοί τό ἀναγινώσκουν, σκιρτᾶ ἡ καρδία ἀπό δέος καί συγκίνησιν.

«ΕΝΑΝΕΤΙΖΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΥΠΡΙΑΝΕ, ΚΥΠΡΟΥ ΚΛΕΙΝΕ ΑΡΧΙΘΥΤΑ ΤΛΗΜΟΝΟΣ ΠΑΤΡΗΣ ΜΗ ΕΠΙΛΑΘΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, ΛΥΣΕΩΣ ΔΕΣΜΩΝ ΤΥΧΕΙΝ ΠΑΡΑ ΚΥΡΙΟΥ»

 Ἐπίσης ἐκεῖ ἐχαράξαμεν ἡμεῖς «γιά τήν θύμηση» τῆς μεγάλης διά τήν Πάτραν προσφορᾶς Σας.

          Γεώργιος

          ὁ τῆς Νέας Ἰουστιανιανῆς καί πάσης Κύπρου

          Ἀρχιθύτης

          Εὐλαβῶς ἀνέθηκεν

          Μηνί Δεκεμβρίῳ 2023

          Μακαριώτατε,

οἱ Κύπριοι τῶν Πατρῶν, εἶναι ἂνθη εὒοσμα τῆς πόλεώς μας, τούς ἀγαπᾶμε, τούς τιμᾶμε, τούς καμαρώνομε, τούς χαιρόμεθα καί καυχώμεθα δι’ αὐτούς.

Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ φερέλπιδος Προέδρου τῆς Ἑνώσεως τῶν Κυπρίων, Εὐαγγέλου Πολυβίου, χαιρετίζομεν καί εὐχαριστοῦμεν, ὃλους τίς Κυπρίους ἀδελφούς μας, τῶν Πατρῶν.

Μακαριώτατε,

Σᾶς ὑποδεχόμεθα μέ ἐξαιρετικήν τιμήν, μέ σεβασμόν καί ἀγάπην. Σᾶς ἀσπαζόμεθα ἐν Κυρίῳ καί Σᾶς χαιρετίζομε μέ  στίχους ἐνδόξους πού κρύβουν τό μεγαλεῖον τῆς φυλῆς μας, γραμμένους ἀπό τό ἰδικόν Σας ποιητήν, Βασίλη Μιχαϊλήδη:

«Ἡ Ρωμηοσύνη ἐν φυλή συνότζαιρη τοῦ κόσμου,

κανένας δέν ἐβρέθηκεν γιά νά τήν ἰξηλείψει,

κανένας, γιατί σκέπει την’ πού τ΄ἂψη ὁ Θεός μου.

Ἡ Ρωμηοσύνη ἐν νά χαθῇ ὂντας ὁ κόσμος λείψει».

Καί κλείνομεν τήν προσλαλιάν ἡμῶν, χαιρετίζοντες τόν Ἐθνομάρτυρα Κυπριανόν, πάλι μέ τοῦ  Κυπρίου ποιητοῦ τά λόγια καί μετά δέους πρός αὐτόν ἐκβοῶμεν.

«Σύ πού σκοτώθης γιά τό φῶς

Σήκω νά δῇς τόν ἣλιο

Ξύπνα νά δῇ τό αἷμα σου

Πῶς ἒγινε βασίλειο».

Καλῶς μᾶς ἢλθατε Μακαριώτατε.


 ΟΜΙΛΙΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ κ.κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΣΤA ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ ΤΗΣ  ΠΡΟΤΟΜΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ

10.12.23

Κάθε λαός, σε ώρες που δοκιμάζεται η ταυτότητά του κι αμφισβητείται η πνευματική γνησιότητά του, στρέφεται κι αναζητά τις ρίζες του∙ αξιολογεί τις δυνάμεις του προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το παρόν και να προγραμματίσει με σύνεση το μέλλον.

Πολύ περισσότερο σε καιρούς κρίσιμους για την ίδια την εθνική αλλά και φυσική επιβίωσή του, όταν κυκλώνεται από στίφη βαρβάρων, που τον απειλούν με την αριθμητική και στρατιωτική υπεροχή τους, όταν βάλλεται πανταχόθεν, όταν φτάνοντας στα έσχατα όρια υποχωρήσεων τον πιέζουν για περαιτέρω συμβιβασμούς, ένα έχει χρέος: Να ατενίσει τη μακρά φάλαγγα των προγόνων του, τη φύτρα της ζωής του∙ να δει τους αγώνες και τις αγωνίες τους∙ τους πόθους και τα παθήματά τους, για να μπορέσει να συνειδητοποιήσει τις δικές του υποχρεώσεις.

Μέσα σ’  αυτά τα πλαίσια αντιλαμβάνομαι τη σημερινή τελετή. Κι ευχαριστώ ιδιαίτερα τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρών κ. Χρυσόστομο καθώς και την Ένωση Κυπρίων Αχαΐας που είχαν την πρωτοβουλία για την ανύψωση στην πρωτεύουσα της Αχαΐας της προτομής του Εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού και με προσκάλεσαν στα αποκαλυπτήρια της.  

Η συγκίνησή μου είναι βαθύτατη γιατί βρίσκομαι στο λίκνο της ελληνικής επανάστασης, εδώ που το ανέφικτο, για πολλούς, όραμα  της ελευθερίας έγινε πραγματικότητα· εδώ που γυροφέρνει πολλές φορές η σκέψη όλων των Κυπρίων, μακαρίζοντας τους όμαιμους, ομόγλωσσους, ομόθρησκους αδελφούς τους που απολαμβάνουν τους καρπούς των αγώνων τους, παίρνοντας δύναμη για συνέχιση και  του δικού τους αγώνα.

Η τοποθέτηση της προτομής του εθνομάρτυρα αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού ανάμεσα στις προτομές των τοπικών εθνομαρτύρων είναι γεμάτη συμβολισμούς για την κοινή καταγωγή και τις κοινές επιδιώξεις Ελλαδιτών και Κυπρίων. Και θεωρώ  κατάλληλη την ευκαιρία  για μια σύντομη αναφορά μου στο έργο του, σε δύο συναφείς τομείς της ζωής του: Τη μέριμνα για την ελληνική παιδεία της Κύπρου και την ηρωϊκή θυσία του, την ώρα της εξέγερσης ολόκληρου του Έθνους.  

Η Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε  προστάτις της Εθνικής Παιδείας σ᾽ όλον τον υπόδουλο Ελληνισμό. Και στην Κύπρο, μέχρι την  ίδρυση των πρώτων σχολείων, που  κι αυτά από την Εκκλησία ιδρύθηκαν, ιερείς υπήρξαν οι θεματοφύλακες της Ελληνικής Παιδείας. Διατήρησαν, άλλες Εστιάδες παρθένοι, άσβεστο το φως της μάθησης, όσον αμυδρό κι αν ήταν αυτό, προφυλάσσοντάς το από τον άγριο Τουρκικό βοριά, που βυσσοδομούσε να σβήσει και την τελευταία αναλαμπή του.

Ακόλουθος και συνεχιστής αυτής της παράδοσης ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός το 1812, δυο μόλις χρόνια μετά την άνοδό του στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο, ιδρύει απέναντι από την Αρχιεπισκοπή, την «Ελληνική Σχολή», που εξελίχτηκε στη συνέχεια στο σημερινό Παγκύπριο Γυμνάσιο.

Καταλάβαινε πως η πνευματική άνωση ενός λαού, εξαρτάται από την έκταση και την ποιότητα της Παιδείας του. Διερευνώντας διεξόδους για τη φυλή στα τρομερά αδιέξοδα των καιρών του και τρόπους επιβίωσης του γένους μέσα στον αριθμητικό κατακλυσμό των βαρβάρων, συνειδητοποιούσε πως ο Ελληνισμός δεν είχε ποτέ την εύνοια των αριθμών. Η πνευματική του διάσταση με τον δυναμισμό της και το εύρος της το οικουμενικό, απωθούσε πάντοτε τους αριθμούς. ᾿Απωθούσε την ποσότητα. Μοίρα του πάντα, από τα μυθικά χρόνια, η ποιότητα. Η αριθμητική αποτελεί προνόμιο του πλήθους και εκφράζει τη δύναμη της ύλης. Για τον Ελληνισμό αλλού είναι η δύναμή του. Και προς αυτή την κατεύθυνση έπρεπε να προσανατολισθεί· στη βελτίωση της ποιότητάς του, στην πνευματική του πρόοδο και προκοπή. Ετσι συνέλαβε το νόημα της Παιδείας στο δουλωμένο γένος ο Κυπριανός και κατ᾽ αυτό τον τρόπο προχώρησε στην ίδρυση της ανώτερης Ελληνικής Σχολής. Η Σχολή θα βοηθούσε στην καλυτέρευση των ηθών, όπως ξεκάθαρα σημείωνε στο στο Πρακτικό της σύστασής της· μα ο ρόλος της δεν θα σταματούσε εκεί. Θα βοηθούσε στη διαφύλαξη και την ενίσχυση της εθνικής αυτοσυνειδησίας και ελπίδας. Η πρωτοβουλία του δεν είχε περιορισμένη χρονική σημασία. Το οπτικό πεδίο του Κυπριανού δεν περιοριζόταν στην εποχή του. Είχε πολύ ευρύτερη προοπτική· κι η πρωτοβουλία του αποδείχτηκε εκ των υστέρων η καίρια προϋπόθεση της αποτυχίας όλων των αφελληνιστικών προσπαθειών, που ακολούθησαν. Κι αυτή ακόμα η Βρετανική κατοχή αν δεν εύρισκε το ισχυρό προηγούμενο της εκπαιδευτικής κληρονομιάς του Εθνομάρτυρα Κυπριανού, θα μπορούσε, ίσως, να δώσει τις λύσεις Παιδείας, που από την πρώτη στιγμή επεζήτησε και που ουδέποτε όμως μπόρεσε να ολοκληρώσει.

Η μακραίωνη βυζαντινή παράδοση είχε δημιουργήσει τις σταθερές συντεταγμένες της Παιδείας και δεν δυσκολεύτηκε στην επιλογή τους ο Κυπριανός. Οι συντεταγμένες αυτές δεν στηρίζονταν μόνο στο περιεχόμενο της Χριστιανικής πίστης και ζωής, αλλά και στην εθνική γλώσσα και διανόηση. Άλλωστε τα όρια των δυο αυτών μεγεθών ήταν  αδιαχώριστα σ᾿ όλη την παράδοση της Ορθοδοξίας. «Τα Ελληνικά μαθήματα, διαλαλούσε ο Κυπριανός στο περίφημο έγγραφο-πρακτικό της ίδρυσης της Σχολής του, είναι το μόνον μέσον οπού στολίζουσιν τον ανθρώπινον νουν και οπού αποκατασταίνουσι τον άνθρωπον, άξιον τω όντι άνθρωπον».

Και πράγματι μπορούμε σήμερα να ομολογούμε, πως η Ελληνική Παιδεία στάθηκε η πραγματική σχεδία του βίου μας. Αυτή μας έδωσε εκτός των άλλων και πνοή για να πιστεύουμε, να παλεύουμε, να προχωρούμε. Δίχως τη δάδα της δεν θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε. Η μόνωση από τον υπόλοιπο Ελληνικό κορμό, η δίωξη, η σκλαβιά, ο εξαναγκασμός, θα μας αφάνιζαν.

Και μόνο η μέριμνά του για την Ελληνική Παιδεία της νήσου, ακόμα κι αν δεν μεσολαβούσε ο ηρωϊκός θάνατός του, θα κατέτασσε τον Κυπριανό στο πάνθεο των ηρώων του Έθνους. Εκείνο, όμως, που του προσέδωσε κορυφαία θέση στη συνείδηση του Κυπριακού Ελληνισμού ήταν η υπέρτατη θυσία του.

Η Ιστορία της Εκκλησίας της Κύπρου, σ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας είναι η ιστορία των Ελλήνων Κυπρίων, που αγωνίζονται συνεχώς να διατηρήσουν ό,τι ιερό έχουν: την Ορθόδοξη τους πίστη, την Ελληνική τους γλώσσα και την εθνική τους συνείδηση. Μα και να αποκτήσουν ό,τι πρόσκαιρα έχασαν∙ την εθνική τους ελευθερία. Κι ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός είχε συναίσθηση των ευθυνών και της θέσης του ως Εθνάρχου των αλυτρώτων Κυπρίων. Αμετάθετος στόχος του ήταν η απελευθέρωση της Κύπρου. Στον στόχο αυτό αποσκοπούσαν όλες οι επί μέρους ενέργειές του. Η καρδιά του σκιρτούσε στην προσδοκία της επανάστασης και στο όραμα της απελευθέρωσης. Μα εκτός από τον πατριωτισμό, διέθετε και σύνεση και διορατικότητα.

Είχε πολύ ορθά  διαβλέψει  την ιδιότυπη θέση της Κύπρου μέσα στον Ελληνικό και Μουσουλμανικό κόσμο, στο κέντρο του Σουλτανικού Κράτους. Κάθε απόπειρα ένοπλης εξέγερσης των Κυπρίων θα καταπνιγόταν αμέσως στο αίμα από δυνάμεις που θα αποβιβάζονταν γρήγορα από τις γύρω περιοχές, ενώ αντίθετα η κύρια εστία της επανάστασης, η κυρίως Ελλάδα, βρισκόταν μακρυά και δεν θα μπορούσε να προσδοκάται βοήθεια απ’ εκεί. Γι’ αυτό τον λόγο ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός υποσχέθηκε αμέριστη την ηθική και υλική υποστήριξη στον κυοφορούμενο αγώνα. Εξέγερση στην ίδια την Κύπρο ήταν πρακτικά αδύνατη και εθνικά επιζήμια.

Κι όμως η Κύπρος δεν διέφυγε την καταστροφή. Η Κύπρος κι ο Αρχιεπίσκοπός της πλήρωσαν με το αίμα τους την ταπείνωση και τον εξευτελισμό, που υφίστατο η Οθωμανική Αυτοκρατορία στην ξηρά και στη θάλασσα από τις δυνάμεις της επανάστασης.

Ο Κυπριανός δεν ήταν απροετοίμαστος γι’ αυτή τη θυσία. Ήξερε, πως η ελευθερία περισσότερο από κάθε άλλο αγαθό, εκτός από μόχθους και ανδρεία απαιτούσε και άφθονο μαρτυρικό αίμα, κι ήταν έτοιμος γι’ αυτό. Τα ύπουλα σχέδια του αιμοσταγούς διοικητή, περιήλθαν έγκαιρα σε γνώση του. Πολλοί τον πρότρεψαν να φύγει∙ κι είχε την ευχέρεια. Μ’ αυτό θά’ταν αντίθετο προς τις αρχές και τις πεποιθήσεις του. Ήταν ανάγκη να στηρίξει τον λαό του με την έμπρακτη εφαρμογή των διακηρύξεών του. Το «θνήσκε υπέρ πίστεως και μάχου υπέρ πατρίδος», που έθετε ως κορωνίδα στην ιδρυτική πράξη της Ελληνικής Σχολής, θα εφαρμοζόταν πρώτα από τον ίδιο.

Όταν κάποιος μπορεί ενσυνείδητα να πεθάνει, γνωρίζει τι ακριβώς ζητά. Κι ο Κυπριανός ήξερε τι ζητούσε. Επεδίωκε τη στήριξη του ποιμνίου του στη γη των πατέρων του, μέχρι την ημέρα που θα δημιουργούνταν οι προϋποθέσεις για τη λύτρωση, την εθνική του αποκατάσταση.

Έτσι την 9η Ιουλίου 1821 απαγχονίζεται, με τη συναίσθηση ότι η θυσία του θα ριζώσει βαθύτερα στις ψυχές των υποδούλων την πίστη στην Ελληνική ιδέα. Μπροστά στην αγχόνη ξεδιπλώθηκε όλο το παρελθόν της φυλής του. Τα μάτια του εκτόξευσαν τη λάμψη της περηφάνιας, που δεν σβήνει ούτε στην πτώση, ούτε στον θάνατο, κι άφησε στον λαό του το σπέρμα για μια νέα ζωή.

Απαγχονίστηκε ο Κυπριανός. Μα υπάρχουν θάνατοι, που αξίζουν περισσότερο από τη ζωή. Υπάρχουν πτώσεις, που αξίζουν όσο και η ανάσταση. Ο Κυπριανός έγινε θρύλος. Ο τάφος του έγινε τάφος ζωαρχίας για να αντλεί ο λαός του τα στοιχεία για τη νέα του ζωή, που θ’ απεργάζονταν την ελευθερία του.

Σεβασμιώτατε,

Κυρίες και κύριοι,

Θεωρώ διπλό το μήνυμα της σημερινής μεγαλειώδους τελετής. Να διακηρύξει πρώτα την ενότητα και τους κοινούς εθνικούς στόχους των Ελλήνων της Ελλάδος και της Κύπρου. Να υπενθυμίσει ότι είμαστε γνήσιοι απόγονοι  και συνεχιστές των εθνομαρτύρων του 1821, συνέχεια της ίδιας φυλής που εκτείνεται από τον Μοριά μέχρι την Κύπρο. Μαζί με τους Εθνομάρτυρες της περιοχής, ο Κύπρου Κυπριανός θα ατενίζει την ελευθέρα Ελλάδα. Και θα αναπέμπουν μαζί, δεήσεις υπέρ της εν δουλεία διατελούσης, ακόμη, Κύπρου.

Μα και για να στείλει, ύστερα, ιδιαίτερα διδάγματα σ’  εμάς τους Κύπριους για τη δική μας σημερινή πορεία. Γιατί σ’ ένα τραγικό γύρισμα των καιρών βρισκόμαστε και σήμερα αντιμέτωποι, με τον ίδιο, όπως και τότε, βάρβαρο κατακτητή, με τον ίδιο προαιώνιο εχθρό της φυλής, με την ιδιαίτερη πατρίδα μας  να βαδίζει, και πάλιν, τη γνώριμη σ’ αυτήν οδό του μαρτυρίου.

Ήταν και τότε δύσκολες οι περιστάσεις και τα αδιέξοδα φοβερά. Υπήρχαν και τότε φωνές για αποδοχή των «πραγματικοτήτων», που είχαν ως μέγιστη στόχευση την απλή φυσική επιβίωση, για την αποφυγή χειρότερων δεινών, την αποφυγή μιας επαπειλούμενης γενοκτονίας.

Ούτε και οι ξένοι ήσαν ευνοϊκότερα διακείμενοι, τότε, προς τον Ελληνισμό. Κι  η Ελλάδα δεν βρισκόταν, και τότε, σε καλύτερη κατάσταση. Σφαγές, απαγχονισμοί, λεηλασίες και εμπρησμοί απειλούσαν με αφανισμό ολόκληρη τη χώρα. Κι η Κύπρος ήταν και τότε μακρυά.

Λαός και ηγεσία, όμως, είχαν τότε συνείδηση του χρέους. Αισθάνονταν βαθιά τις ρίζες τους στην Ιστορία, στον πολιτισμό, στη γη τους. Ήξεραν από πού έρχονταν και πού πήγαιναν. Κι αυτά τούς προσδιόριζαν τον τρόπο ζωής και δράσης τους. Ήξερε κι ο Κυπριανός, όπως κι ο Λεωνίδας κι ο Παλαιολόγος προηγουμένως, κι όπως ο Αυξεντίου κι ο Μάτσης σε κατοπινούς χρόνους, ότι το φυσικό τέλος ήταν αναπότρεπτο κι ο εχθρός θα περνούσε. Για την ηθική, όμως, δεν έχει σημασία το αποτέλεσμα της θυσίας. Μεγαλύνεται η πράξη. Και γίνεται συντελεστής συντήρησης του έθνους μέχρι την ανατολή καλύτερων ημερών. Αν κριτήριο στην πράξη του Λεωνίδα ήταν ο Εφιάλτης, αν ο Παλαιολόγος καθοδηγείτο από τους οποιουσδήποτε Τουρκόφρονες κι ο Αυξεντίου από τους κάθε λογής Αγγλόφιλους, ως έθνος και ως φυλή θα είχαμε χαθεί από καιρό.

Το χρέος μας είναι και σήμερα ξεκάθαρο. Οφείλουμε να αντέξουμε. Να ανακτήσουμε την εθνική αξιοπρέπειά μας που παραμελήσαμε από καιρό

Καθοδηγητές στις αποφάσεις και στις πράξεις μας πρέπει να είναι η Ιστορία και οι πρόγονοί μας. Δεν διεκδικούμε παρά το δίκαιό μας. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στους προγόνους μας, χρέος απέναντι και στους απογόνους μας, να αντισταθούμε και στον χρόνο και στις δυσκολίες, κι όχι να παρακολουθούμε παθητικά την όποια δυσμενή για μας εξέλιξη των πραγμάτων. Οφείλουμε να επιλέξουμε πορεία, να επανακαθορίσουμε στόχους και επιδιώξεις, να επανασυνταχθούμε.

Να διακηρύξουμε ότι δεν δεχόμαστε τίποτα λιγότερο απ’ ότι δικαιούνται όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι και οι Ευρωπαίοι πολίτες. Αν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι δικαιούνται να έχουν ελεύθερη διακίνηση, ελεύθερη εγκατάσταση και απόκτηση περιουσίας σε όλες τις χώρες της Ευρώπης γιατί εμείς, οι Κύπριοι, να μη δικαιούμαστε τα ίδια πράγματα στην πατρίδα μας, να μην μπορούμε να κατοικήσουμε στα σπίτια μας, και να απολαμβάνουμε τις περιουσίες μας; Με συντονισμένες προσπάθειες Κύπρου, Ελλάδας και άλλων φίλων χωρών θα πρέπει να εξαναγκαστεί η Τουρκία να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο. Με θωπείες και συνεχείς παραχωρήσεις δεν εξευμενίζεται ο κατακτητής. Θα πρέπει να νιώσει την πίεση, να υποστεί το κόστος.

Διακόσια δύο και πλέον   χρόνια από τη μεγαλειώδη θυσία σου, κι ύστερα από ένα υπέροχο απελευθερωτικό αγώνα και εκατόμβες θυσιών σε δύο παγκοσμίους πολέμους, εξακολουθεί να παραμένει σκλαβωμένη η πατρίδα μας, Εθνομάρτυρα Κυπριανέ. Βρισκόμαστε μάλιστα στην πλέον δεινή θέση της Ιστορίας μας, με κύρια χαρακτηριστικά ένα ανελέητο εθνικό ξεκαθάρισμα και ένα βάρβαρο εποικισμό της κατεχόμενης γης μας. Η ψυχή μας όμως μένει αδούλωτη. Και παλεύει και ελπίζει. Δεν δικαιούμαστε να υποστείλουμε τη σημαία του αγώνα. Κάτι τέτοιο θα μας έκανε, αργά ή γρήγορα, θλιβερούς νοσταλγούς, εκ του μακρόθεν, της πατρίδας μας. Υποσχόμαστε πως δεν θα φανούμε ανάξιοι της θυσίας και του παραδείγματός σου. Κι είμαστε σίγουροι, πως του Θεού συνεργούντος, γρήγορα θα μπορέσουμε να πλέξουμε για σένα το στεφάνι μας με ελεύθερη τη δάφνη.